Перевод: с русского на греческий

с греческого на русский

ο περιστροφικός κινητήρας

См. также в других словарях:

  • περιστροφικός — ή, ό, Ν 1. αυτός που γίνεται ή ενεργεί με περιστροφή 2. φρ. α) «περιστροφικός κινητήρας» τεχνολ. κινητήρας εσωτερικής καύσης στον οποίο οι θάλαμοι καύσης περιστρέφονται μαζί με τον κινούμενο άξονα και έτσι προκαλούνται πιέσεις στα καυσαέρια, οι… …   Dictionary of Greek

  • τριδύναμος — η, ο / τριδύναμος, ον, ΝΑ αυτός που έχει τρεις δυνάμεις ή τρεις ιδιότητες νεοελλ. φρ. «τριδύναμος περιστροφικός κινητήρας» (μηχανολ.) βενζινοκινητήρας που αποτελείται από τρεις ρότορες, έναν για την ισχύ, έναν για την καύση και έναν που… …   Dictionary of Greek

  • αυτοκίνητο — Όχημα το οποίο κινείται με κινητήρα που έχει πάνω του και το οποίο δεν σέρνεται από εξωτερική δύναμη. Γενικά χερσαίο όχημα που είναι κατασκευασμένο για να κινείται κατά κανόνα σε δρόμους και αντλεί την απαραίτητη για την κίνησή του ωστική δύναμη… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»